Σιδηροπενική Αναιμία
Η σιδηροπενική αναιμία οφείλεται στην έλλειψη σιδήρου στον οργανισμό και είναι το είδος της αναιμίας που συναντάμε συχνότερα. Εμφανίζεται συνήθως: α) Στη βρεφική ηλικία, αρκετά συχνά, γιατί το μητρικό γάλα – που αποτελεί την αποτελεσματική τροφή του βρέφους- είναι φτωχό σε σίδηρο και τα τελειόμηνα βρέφη έχουν αποθήκες σιδήρου επαρκείς για τρεις μόνον εβδομάδες. β) Στην παιδική και εφηβική ηλικία, επειδή οι ανάγκες σε σίδηρο είναι αυξημένες λόγω της ανάπτυξης. γ) Στις γυναίκες που βρίσκονται στην αναπαραγωγική ηλικία λόγω της έμμηνης ρύσης.
Τις τελευταίες δεκαετίες παρατηρείται σημαντική μείωση στα ποσοστά εμφάνισης σιδηροπενικής αναιμίας στην Ελλάδα, και αυτό οφείλεται στην άνοδο του βιοτικού επιπέδου και στη σωστή ενημέρωση του πληθυσμού.
Εκτός από τις παραπάνω περιπτώσεις, σιδηροπενική αναιμία εμφανίζεται και σε σοβαρές παθολογικές καταστάσεις όπως: σε νεοπλάσματα του πεπτικού συστήματος, μετά από εντερεκτομή, σε επίμονες ρινοραγίες και στη νόσο του Crohn. Πολλές από τις τροφές που καταναλώνουμε καθημερινά περιέχουν αρκετή ποσότητα σιδήρου. Τροφές πλούσιες σε σίδηρο είναι: το κρέας, τα πράσινα λαχανικά, τα όσπρια και τα αυγά. Στον παρακάτω πίνακα αναγράφεται η περιεκτικότητα διαφόρων τροφίμων σε σίδηρο. Με την τροφή λαμβάνουμε ημερησίως 10-20 mgr σιδήρου και από την ποσότητα αυτή ο οργανισμός απορροφά τελικά περίπου 10%. Η απορρόφηση του σιδήρου από τροφές ζωικής προέλευσης είναι υψηλή 20% ενώ από τροφές φυτικής προέλευσης είναι χαμηλή 1%.
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΠΟΡΡΟΦΗΣΗΣ
Λόγω της δράσης του υδροχλωρικού οξέος (HCΙ) και ενζύμων όπως η πεψίνη, ο σίδηρος ελευθερώνεται από τις τροφές.anaimia2 Η ενεργητική απορρόφηση του σιδήρου γίνεται στο λεπτό έντερο: Όταν ο σίδηρος εισέρχεται στα κύτταρα του εντερικού βλεννογόνου συνδέεται με μια πρωτεΐνη που ονομάζεται αποφερριτίνη και μεταφέρεται στον άλλο πόλο του κυττάρου, όπου ενώνεται με άλλη πρωτεΐνη την τρανσφερίνη. Στην συνέχεια, συνδεδεμένο με την τρανσφερίνη εισέρχεται στην κυκλοφορία του αίματος και διατίθεται για τις ανάγκες του οργανισμού.
ΧΡΗΣΙΜΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΣΙΔΗΡΟΥ
Το μεγαλύτερο μέρος της ποσότητας του σιδήρου χρησιμοποιείται για το σχηματισμό της αίμης (66%), που είναι το βασικό συστατικό της αιμοσφαιρίνης των ερυθρών αιμοσφαιρίων. Μια σημαντική ποσότητα σιδήρου αποθηκεύεται στον οργανισμό ως φερριτίνη (30%). Το υπόλοιπο 4% ως μυοσφαιρίνη και διάφορα ένζυμα.
ΚΛΙΝΙΚΑ ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ
Τα άτομα που πάσχουν από σιδηροπενική αναιμία εμφανίζουν ένα ευρύ φάσμα κλινικών συμπτωμάτων. Συνήθη συμπτώματα: ωχρότητα, αδυναμία, έντονη κόπωση. Σε περιπτώσεις σοβαρής σιδηροπενικής αναιμίας εμφανίζονται επιπλέον ευθραυστότητα ονύχων, κοιλονυχία, ξηρότητα δέρματος και γωνιακή χειλίτιδα. Γενικά τα συμπτώματα της σιδηροπενικής αναιμίας είναι ήπια έως έντονα, ανάλογα με τα επίπεδα της αιμοσφαιρίνης.
ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΑ ΕΥΡΗΜΑΤΑ
Στη περίπτωση σιδηροπενικής αναιμίας διαπιστώνουμε στο εργαστήριο: α)Χαμηλές τιμές σε σίδηρο και φερριτίνη β)Ελαττωμένη αιμοσφαιρίνη και χαμηλούς ερυθροκυτταρικούς δείκτες MCV, MCH, MCHC γ)Μορφολογικές αλλοιώσεις των ερυθρών αιμοσφαιρίων δηλαδή υποχρωμία, ανισοκυττάρωση, ποκιλοκυττάρωση, μικροκυττάρωση. δ)Ολική σιδηροδεσμευτική ικανότητα (TIBC- total iron binding capacity) αυξημένη.
ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΣΙΔΗΡΟΠΕΝΙΚΗΣ ΑΝΑΙΜΙΑΣ
Χορηγείται κατάλληλο σκεύασμα σιδήρου, από τον κλινικό ιατρό, ο οποίος καθορίζει και το χρόνο θεραπείας, ανάλογα με τη σοβαρότητα της κατάστασης. Στα Ιατρικά Κέντρα Βιότυπος που τα εργαστήρια του είναι διαπιστευμένα με το ISO15189 πραγματοποιούνται όλες οι εξετάσεις ελέγχου αναιμίας. Για τον έλεγχο της σιδηροπενικής αναιμίας οι παρακάτω εξετάσεις είναι επαρκείς ανάλογα πάντα με την σύμφωνη γνώμη του κλινικού γιατρού. Γενική αίματος- Fe ορού- φερριτίνη ορού TIBC. Τα αποτελέσματα των εξετάσεων δίδονται αυθημερόν.