Οξεία ρινοφαρυγγίτιδα - Κοινό κρυολόγημα
ΤΙ ΕΙΝΑΙ
Η οξεία ρινοφαρυγγίτιδα (γνωστή και ως κοινό κρυολόγημα ή απλώς κρυολόγημα) είναι η πιο συχνή μορφή λοίμωξης του αναπνευστικού συστήματος και μαζί με τη γρίπη αποτελούν τις χειμερινές επιδημίες κρυολογημάτων. Είναι εξαιρετικά μεταδοτική ιογενής λοίμωξη ( δηλαδή το αίτιο που την προκαλεί είναι διάφοροι ιοί) και μπορεί να επαναλαμβάνεται περισσότερο από μία φορά κατά τη διάρκεια των χειμερινών μηνών κυρίως.
ΠΟΙΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΑΙΤΙΟ ΠΟΥ ΤΗΝ ΠΡΟΚΑΛΕΙ
Το αίτιο είναι ιογενές και περισσότερα είδη ιών μπορεί να την προκαλέσουν. Οι πιο συχνοί είναι οι ρινοιοί (πάνω από 100 διαφορετικά είδη τους) και μετά ακολουθούν οι κορωναιοί, οι αδενοϊοί, οι εντεροϊοί, ο μεταπνευμονοϊός και οι ιοί παραϊνφλουέντζας. Η διαφορετικότητα των ιών που την προκαλούν έχει σαν συνέπεια να μην μπορεί ο ανθρώπινος οργανισμός να αναπτύξει ανοσία κατά της ασθένειας , καθώς τα αντισώματα που αναπτύσσει έναντι του ενός ιού δεν μπορούν να μας προστατεύσουν από τον επόμενο ιό που θα είναι υπεύθυνος
ΠΟΣΟ ΣΥΧΝΗ ΕΙΝΑΙ
Οι λοιμώξεις του ανωτέρου αναπνευστικού συστήματος είναι οι πιο συχνές λοιμώξεις ανάμεσα στους ενήλικες και τους έφηβους, που έχουν δύο με τέσσερις λοιμώξεις τον χρόνο. Τα παιδιά μπορεί να έχουν έξι με δέκα κρυολογήματα τον χρόνο (ενώ τα παιδιά που πάνε σχολείο μπορεί να έχουν ως και 12).
ΠΩΣ ΜΕΤΑΔΙΔΕΤΑΙ
– Είτε με τα σταγονίδια που εκπέμπει ένας άρρωστος με το φτάρνισμα ή το βήχα ή την ομιλία (τα οποία ταξιδεύουν με μεγάλη ταχύτητα στον αέρα και μπορούν να προσβάλλουν το ρινικό ή οφθαλμικό βλεννογόνο).
– Είτε μέσω επαφής με μολυσμένη επιφάνεια από σάλιο, με τα χέρια μας που στη συνέχεια θα το μεταφέρουν στη μύτη.
Ο ιός πολλαπλασιάζεται ταχύτατα και αρχίζει να προκαλεί συμπτώματα. Η μεταδοτικότητα του ιού διαρκεί 1 μέρα πριν εμφανιστούν τα συμπτώματα μέχρι και 4-5 μέρες μετά.
ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΟΛΟΓΙΑ
Μετά από την αρχική λοίμωξη, η περίοδος επώασης του ιού κυμαίνεται στις 8 με 12 ώρες Τα συμπτώματα μπορεί να εμφανισθούν συνήθως μετά από 10-12 ώρες ή μπορεί να ξεκινήσουν μετά από 2 με 5 μέρες από τη μόλυνση και είναι – Πονόλαιμος – Ρινική καταρροή – «Μπούκωμα» (αίσθημα απόφραξης της μύτης με δυσκολία στην αναπνοή) – Φτάρνισμα – Βήχας από ήπιος έως πολύ έντονος – Αίσθημα κακουχίας (αδυναμία, μυαλγίες) – Πονοκέφαλος – Ανορεξία – Πυρετός (μπορεί να είναι και αρκετά υψηλός όπως με τη γρίπη) Τα συμπτώματα συνήθως διαρκούν λίγες μέρες αλλά σε μερικές περιπτώσεις μπορεί να διαρκέσουν 7-14 μέρες ( ο βήχας συνήθως υποχωρεί τελευταίος). Άτομα των οποίων η γενική κατάσταση δεν είναι καλή (καταπονημένα, υποσιτιζόμενα) ή άτομα που πάσχουν και από άλλες αρρώστιες που επηρεάζουν την άμυνα του οργανισμού, είναι πολύ ευαίσθητα στα κρυολογήματα, ενώ παράλληλα τα συμπτώματα και γενικά η νόσος στα άτομα αυτά διαδράμει σχετικά πιο βαριά.
ΕΠΙΠΛΟΚΕΣ
Το κρυολόγημα σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να επιφέρει επιπλοκές όπως, ωτίτιδα, βρογχίτιδα,ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να προκαλέσει δευτερογενείς λοιμώξεις όπως στρεπτοκοκκική φαρυγγίτιδα, πνευμονία, χρόνια βρογχίτιδα και λαρυγγίτιδα.
ΘΕΡΑΠΕΙΑ-ΠΡΟΛΗΨΗ
Η καλύτερη θεραπεία είναι η πρόληψη, δηλαδή να αποφύγουμε να έρθουμε σε επαφή με το άτομο που νοσεί ή με μολυσμένο υλικό που περιέχει τον ιό. Πρέπει να πλένουμε συχνά τα χέρια και να αποφεύγουμε να πιάνουμε συχνά το πρόσωπο, τη μύτη και το στόμα. Όταν βρισκόμαστε σε χώρο με πολλά άτομα να αποφεύγουμε τις χειραψίες και τα φιλιά ή να πλένουμε καλά τα χέρια μας και το πρόσωπο μας μετά . Τα κρυολογήματα είναι εποχιακά, με τα περισσότερα να συμβαίνουν τον χειμώνα. Όμως τα πειράματα μέχρι στιγμής έχουν αποτύχει να παραγάγουν στοιχεία ότι η έκθεση σε κρύο καιρό αυξάνει τις πιθανότητες να κολλήσει κάποιος τον ιό. Μάλλον υπάρχουν περισσότερες μολύνσεις τον χειμώνα καθώς οι άνθρωποι περνάνε περισσότερο χρόνο σε κλειστούς χώρους μαζί με άλλα, πιθανώς μολυσμένα άτομα. Η θεραπεία είναι αναποτελεσματική ενάντια στον ιό και είναι κυρίως συμπτωματική Δηλαδή στοχεύει να καταπολεμήσει τα συμπτώματα και να ανακουφίσει τον ασθενή περιμένοντας από το ανοσοποιητικό του σύστημα να καταπολεμήσει τον ιό. Καλή ενυδάτωση, αποφυγή καταπόνησης και κούρασης, αναλγητικά και αντιπυρετικά είναι οι οδηγίες που δίνουν οι ιατροί.
ΔΙΑΓΝΩΣΗ
Η διάγνωση είναι κυρίως κλινική και προκύπτει από την εικόνα και τα συμπτώματα αλλά πολλές φορές επειδή μοιάζει με την γρίπη μπορεί να χρειαστούν και εξετάσεις αίματος και ακτινολογικές. Επίσης οι αιματολογικές και μικροβιολογικές εξετάσεις είναι απαραίτητες και στις επιπλοκές της νόσου όπως αμυγδαλίτιδα ή πνευμονία. Οι εξετάσεις κρίνονται απαραίτητες όταν η λοίμωξη εμφανίζεται με υψηλό πυρετό, έντονο βήχα και πονόλαιμο που επιμένει , γιατί πρέπει να αποκλειστούν οι επιπλοκές που χρήζουν φαρμακευτικής αγωγής. Οι εξετάσεις που θα μας βοηθήσουν στη διαφορική διάγνωση είναι: – Γενική εξέταση αίματος (έλεγχος λευκών, λευκοκυτταρικός τύπος) – CRP, TKE (δείκτες φλεγμονής) – Αναζήτηση του ιού της γρίπης με εξέταση του ρινοφαρυγγικού επιχρίσματος, ή φαρυγγικού επιχρίσματος για αναζήτηση στρεπτοκοκκικής λοίμωξης στα πλαίσια της διαφορικής διάγνωσης – Ακτινογραφία θώρακος.
Τα τελευταία χρόνια με την έξαρση του ιού της γρίππης Α Η1Ν1, όλο και περισσότεροι υποβάλλονται σε διαγνωστικές εξετάσεις με την εμφάνιση των συμπτωμάτων. Στο κέντρο μας εκτελούνται γρήγορα, αποτελεσματικά και υπεύθυνα όλες οι εξετάσεις που θα βοηθήσουν τον κλινικό ιατρό στη σωστή διάγνωση του νοσήματος.