Epstein-Barr & λοιμώδης μονοπυρήνωση
Η λοιμώδης μονοπυρήνωση, γνωστή και σαν νόσος του φιλιού, οφείλεται στον ιό ΕPSTEIN-BARR (ΕΒV). Χαρακτηρίζεται από αύξηση των άτυπων΄ λεμφοκυττάρων στο περιφερικό αίμα, πυρετό, κυνάγχη και λεμφαδενοπάθεια. Η ανακάλυψη του αιτιολογικού παράγοντα οφείλεται, όπως άλλωστε και πολλές άλλες ανακαλύψεις που προήγαν την επιστήμη, σε ένα τυχαίο γεγονός. Συγκεκριμένα, μια τεχνολόγος σε εργαστήριο που μελετούσε τον ΕΒV, χρησιμοποιήθηκε σαν αρνητικός μάρτυρας για τον ιό. Όταν βρισκόταν σε διακοπές προσβλήθηκε από μια λοίμωξη με κυνάγχη, πυρετό, φαρυγγίτιδα, λεμφαδενοπάθεια και γενικευμένη αδυναμία. Όταν επέστρεψε από άδεια, έδινε θετική ορολογική αντίδραση έναντι του ΕΒV. Σύντομα επιβεβαιώθηκε ότι ο ιός αυτός προκαλεί το 90% των κρουσμάτων της νόσου. Στις χώρες του αναπτυσσόμενου κόσμου τα παιδιά μολύνονται από τον ΕΒV σε πολύ μικρή ηλικία, με αποτέλεσμα σε ποσοστό έως και 90% να διαθέτουν αντισώματα έναντι του ιού. Σε αυτή την ηλικία οι λοιμώξεις από τον ιό είναι επί το πλείστον ασυμπτωματικές. Όταν όμως προσβάλλονται νεαροί ενήλικες το αποτέλεσμα είναι συμπτωματική νόσος.
Ο ιός μεταδίδεται κυρίως με το σάλιο, είτε με το φιλί είτε με την κοινή χρήση ποτηριών, ενώ είναι πολύ δύσκολο να μεταδοθεί αερογενώς μέσω αιωρούμενων σταγονιδίων. Ο χρόνος επώασης είναι περίπου 25-50 ημέρες.
Ο ιός προκαλεί χρόνια λοίμωξη του στοματοφάρυγγα η οποία εξηγεί και την παρουσία του στο σίελο. Τα περισσότερα από τα συμπτώματα της νόσου αποδίδονται στην αντίδραση των Τ λεμφοκυττάρων στη λοίμωξη. Συγκεκριμένα ο σθενής παρουσιάζει – πυρετό, – κυνάγχη , – λεμφαδενοπάθεια(συνήθως τραχηλική ,αλλά και μασχαλιαία ή βουβωνική), – σπληνομεγαλία, – ηπατομεγαλία, – αδυναμία και – εύκολη κόπωση.
Η νόσος είναι αυτοπεριοριζόμενη και σπανιότατα θανατηφόρος (κυρίως λόγω ρήξης του διογκωμένου σπλήνα από έντονη σωματική άσκηση). Ο ασθενής αναρρώνει πλήρως σε λίγες βδομάδες και η νόσος αφήνει μόνιμη ανοσία. Σημαντικός είναι ο ρόλος του εργαστηρίου στην διάγνωση. Βασικότατη είναι η γενική αίματος και το επίχρισμα του περιφερικού αίματος (πλακάκι). Άλλωστε το όνομα της νόσου οφείλεται στην ανεύρεση των χαρακτηριστικών λεμφοκυττάρων στο περιφερικό αίμα στην οξεία φάση της λοίμωξης. Άλλα ευρήματα που έχουμε είναι λευκοκυττάρωση με αναστροφή του λευκοκυτταρικού τύπου, ήπια θρομβοπενία. Σε άλλες περιπτώσεις παρατηρείται λευκοπενία. Από το βιοχημικό έλεγχο έχουμε αυξημένες τρανσαμινάσες (SGOT, SGPT), γGT, LDH. Ανοσολογικά-ορολογικά έχουμε θετικό μονοτέστ (ανίχνευση ετερόφιλων αντισωμάτων έναντι του ιού) και αύξηση του τίτλου των Ιg Μ αντισωμάτων του ΕΒV και μεταγενέστερα των ΙgG . Αν δεν ανευρίσκονται αυτά, ενδεχομένως η νόσος να οφείλεται στον κυτταρομεγαλοιό (CMV) , ή στο τοξόπλασμα , οπότε πρέπει να γίνει ο ανάλογος έλεγχος των ΙgΜ και ΙgG αντισωμάτων. Απαραίτητος είναι ο υπέρηχος για έλεγχο πιθανής διόγκωσης του σπλήνα και του ήπατος. Δεν υπάρχει ειδική θεραπεία για τους ασθενείς, παρά μόνο για τα γενικότερα συμπτώματα.