Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Εμφιαλωμένο νερό

Η κατανάλωση εμφιαλωμένου νερού κερδίζει όλο και περισσότερους πιστούς στη χώρα μας. Εκτιμάται ότι ο μέσος Ευρωπαίος καταναλώνει 80-100 λίτρα εμφιαλωμένου νερού το χρόνο, ενώ οι πρωταθλητές Ιταλοί φτάνουν τα 150 λίτρα.

Γνωρίζουμε όμως τι πίνουμε; Όλα τα νερά δεν είναι ίδια. Οφείλουμε να διαβάσουμε στην ετικέτα το είδος του εμφιαλωμένου νερού που πίνουμε, μιας και δεν είναι όλα ίδια. Υπάρχουν τρεις κατηγορίες, αναγνωρισμένες από την Ευρωπαϊκή Ένωση: το επιτραπέζιο, το φυσικό μεταλλικό νερό και το νερό πηγής. Στην ετικέτα δεν επιτρέπεται να αναφέρεται οποιοσδήποτε άλλος χαρακτηρισμός του νερού (π.χ. θεραπευτικό, ιαματικό, φυσικό νερό, μεταλλικό νερό ή φυσικό μεταλλικό νερό πηγής).

Τα χαρακτηριστικά του νερού των παραπάνω τριών κατηγοριών:

Επιτραπέζιο νερό. Σύμφωνα με τη νομοθεσία, το επιτραπέζιο νερό επιτρέπεται να είναι οποιασδήποτε προέλευσης (π.χ. από γεώτρηση, από λίμνη, από ποτάμι, ακόμη και αφαλατωμένο νερό θάλασσας). Στο επιτραπέζιο νερό επιτρέπεται να γίνει οποιαδήποτε διαδικασία απολύμανσης κρίνεται απαραίτητη, προκειμένου η σύστασή του να είναι σύμφωνη με την κοινοτική οδηγία (98/83) για το πόσιμο νερό. Και ποιο είναι το πόσιμο; Είναι αυτό που προορίζεται για ανθρώπινη κατανάλωση και πρέπει να είναι αβλαβές, άοσμο, άχρωμο, δροσερό, με ευχάριστη γεύση, ενώ τα ποιοτικά του χαρακτηριστικά πρέπει να κυμαίνονται μεταξύ ορισμένων αποδεκτών ορίων που ορίζονται από τις αντίστοιχες κοινοτικές οδηγίες. Πρακτικά, η σύσταση του επιτραπέζιου νερού και του νερού της βρύσης είναι ίδια.

Φυσικό μεταλλικό νερό. Το φυσικό μεταλλικό νερό έχει αποκλειστικά υπόγεια προέλευση και εμφιαλώνεται επιτόπου στην πηγή προέλευσής του (συνήθως γεώτρηση). Οι κοινοτικές οδηγίες απαγορεύουν οποιαδήποτε κατεργασία ή απολύμανση στο φυσικό μεταλλικό νερό, εν αντιθέσει με το επιτραπέζιο. Η υπόγεια προέλευση του φυσικού μεταλλικού νερού, καθώς και η απαγόρευση οποιασδήποτε δραστηριότητας σε ικανοποιητική απόσταση γύρω από τη γεώτρηση (η απόσταση εξαρτάται από το είδος των πετρωμάτων της περιοχής), εξασφαλίζουν την προστασία του από τυχόν μικροβιακό φορτίο. Για κάποιες παραμέτρους του δεν ορίζονται ανώτατα επιτρεπόμενα όρια ή ορίζονται όρια διαφορετικά από αυτά που ισχύουν για το κοινό επιτραπέζιο νερό. Η μόνη επεξεργασία που επιτρέπεται στο φυσικό μεταλλικό νερό είναι η αφαίρεση ή η προσθήκη διοξειδίου του άνθρακα, οπότε το νερό χαρακτηρίζεται «φυσικά ανθρακούχο», «με προσθήκη διοξειδίου του άνθρακα» ή «ενισχυμένο με αέριο της πηγής», αναλόγως την περίπτωση.

Νερό πηγής. Για να κατανοήσουμε τι σημαίνει «νερό πηγής», πρέπει να… βγάλουμε από το μυαλό μας την εικόνα της πηγής και να το σκεφτούμε ως μια ενδιάμεση κατηγορία ανάμεσα στο επιτραπέζιο και το φυσικό μεταλλικό νερό. Το νερό πηγής μοιάζει με το φυσικό μεταλλικό νερό ως προς το ότι έχει οπωσδήποτε υπόγεια προέλευση, σταθερή σύσταση, δεν υφίσταται καμιά διαδικασία απολύμανσης και εμφιαλώνεται πάντα στην πηγή προέλευσής του. Διαφέρει, όμως, από το φυσικό μεταλλικό νερό ως προς το ότι οι φυσικοχημικές παράμετροί του (η σύστασή του) δεν ακολουθούν αυτές του φυσικού μεταλλικού νερού, αλλά του επιτραπέζιου, δηλαδή του κοινού πόσιμου νερού. Με άλλα λόγια, το νερό πηγής δεν είναι πλούσιο σε κάποιο μεταλλικό στοιχείο (π.χ. μαγνήσιο, ασβέστιο) ούτως ώστε να χαρακτηριστεί μαγνησιούχο, ασβεστού χο κλπ.

Διαβάζοντας την ετικέτα… ολόκληρη! Στο πίσω μέρος της ετικέτας ενός εμφιαλωμένου νερού αναγράφεται η φυσικοχημική του ανάλυση, που εξαρτάται από τα πετρώματα από τα οποία διέρχεται το νερό και τα οποία το εμπλουτίζουν με οργανικά και ανόργανα συστατικά. Εάν πρόκειται για επιτραπέζιο νερό, τότε η ανάλυση θα αφορά το μέσο όρο των αναλύσεων τεσσάρων εποχών, δεδομένου ότι η φυσικοχημική σύστασή του επηρεάζεται από διάφορους κλιματικούς παράγοντες (π.χ. τις βροχοπτώσεις, που μεταβάλλουν τη στάθμη του νερού). Εάν πρόκειται για φυσικό μεταλλικό νερό, τότε η ανάλυση θα είναι μιας συγκεκριμένης ημερομηνίας, η οποία αναγράφεται στην ετικέτα. Πέρα από αυτή τη διαφορά, τα υπόλοιπα στοιχεία που αναγράφονται στην ετικέτα ενός επιτραπέζιου και ενός φυσικού μεταλλικού νερού είναι παρόμοια.

Σκληρό ή μαλακό νερό; Oλική σκληρότητα. Η ολική σκληρότητα του νερού αφορά τη συγκέντρωση των αλάτων ασβεστίου και μαγνησίου – δύο απαραίτητων για τον οργανισμό μας στοιχείων. Η σκληρότητα επηρεάζεται από τα πετρώματα από τα οποία περνά το νερό και διακρίνεται σε ανθρακική (ή παροδική), που οφείλεται στα ανθρακικά άλατα του ασβεστίου και του μαγνησίου, και σε μη ανθρακική (μόνιμη), που οφείλεται στα χλωριούχα και τα θειικά άλατα του ασβεστίου και του μαγνησίου. Μεγάλες τιμές σκληρότητας δεν αποτελούν κίνδυνο για την υγεία. Αντιθέτως, έχει βρεθεί σημαντική συσχέτιση μεταξύ της αυξημένης σκληρότητας και της μείωσης των καρδιαγγειακών παθήσεων.

Πόσο καθαρό είναι το νερό; Νιτρικά Οι διάφορες ενώσεις του αζώτου στο νερό (αμμώνιο NH4, νιτρώδη NO2 και νιτρικά NO3) αποτελούν ενδείξεις της επιβάρυνσής του με ρύπους.

Ελληνικό ή εισαγόμενο; Οι ειδικοί επισημαίνουν ότι τα νερά μας είναι εξαιρετικής ποιότητας. Αυτό ισχύει όχι μόνο για τα φυσικά μεταλλικά νερά αλλά και για τα επιτραπέζια, που ουσιαστικά είναι εμφιαλωμένο νερό δικτύου (άλλωστε, το νερό του δικτύου της Αττικής είναι από τα καλύτερα της Ευρώπης, τη στιγμή που οι Ευρωπαίοι δεν μπορούν να πιουν το δικό τους νερό βρύσης και καταφεύγουν στα εμφιαλωμένα). Επιπλέον, τα ελληνικά φυσικά μεταλλικά νερά, εν αντιθέσει με αυτά που προέρχονται από την υπόλοιπη Ευρώπη, είναι ολιγομεταλλικά, δηλαδή πιο «ελαφριά».

Εκτεθειμένο στους 40° C υπό σκιά… Η εικόνα μας είναι γνώριμη. Κούτες εμφιαλωμένα νερά σκεπασμένα με μουσαμάδες και εκτεθειμένα στις υψηλές θερμοκρασίες του καλοκαιριού, για δύο ή τρεις ημέρες, μέχρι να μπουν στο ψυγείο, από όπου θα τα αγοράσουμε για να δροσιστούμε. Το πρόβλημα είναι ότι η έκθεση του εμφιαλωμένου νερού σε τόσο υψηλές θερμοκρασίες μπορεί να αυξήσει το μικροβιακό του φορτίο, οπότε τελικά το νερό που πίνουμε μεταβάλλεται από π.χ. ασβεστούχο σε «μικροβιούχο». Μέχρις ότου αρχίσουν να γίνονται συστηματικοί έλεγχοι όσον αφορά τις συνθήκες φύλαξης των εμφιαλωμένων νερών στα σημεία διανομής και πώλησής τους, λοιπόν, το μόνο που μπορούμε να κάνουμε, ως καταναλωτές, είναι να προσέχουμε από πού αγοράζουμε νερό.

Ας σκεφτούμε: Όσο περισσότερο χρόνο παραμένει ένα μπουκάλι εμφιαλωμένο νερό σε αποθήκευση τόσο αυξάνεται η πιθανότητα ανάπτυξης μικροβίων. Αντίθετα μονομερή από το υλικό κατασκευής της φιάλης διαχέονται στο νερό της φιάλης κυρίως κατά την μακρόχρονη παραμονή της. Σε έρευνα που έγινε το νερό που βάζουμε σε μια χρησιμοποιημένη φιάλη περιέχει μηδενικές ποσότητες χημικών που να προέρχονται από την φιάλη την ίδια. (γιαυτό και οι φιάλες μπορούν να ξαναχρησιμοποιηθούν στο σπίτι πχ στο ψυγείο μας για νερό το καλοκαίρι χωρίς κανένα φόβο). Το εμφιαλωμένο νερό ακόμη και με τις καλύτερες συνθήκες παραγωγής και αποθήκευσης δεν παύει να είναι κονσέρβα που πρέπει να τη χρησιμοποιούμε όταν δεν γνωρίζουμε την ποιότητα νερού που πίνουμε. Για την ώρα στην χώρα μας τα περισσότερα μέρη της έχουν πολύ καλό πόσιμο νερό, με προβλήματα σε λίγες ηπειρωτικές και αρκετές νησιωτικές περιοχές (Τα στοιχεία προέρχονται από την Ελληνική νομοθεσία ).

Σχετικά με τον συγγραφέα

Κωνσταντιανός Γ. Δημήτρης

Ph.D. Αναλυτικής Χημείας Παν. Αθηνών - Κλινικός Χημικός

GDPR & Cookies

Μάθετε πως ο ΒΙΟΤΥΠΟΣ εναρμονίζεται με τον GDPR και το πως επεξεργάζεται τα προσωπικά σας δεδομένα. Δείτε περισσότερα πατώντας εδώ.

Πατώντας Αποδοχή συμφωνείτε με τους όρους μας.