Δυσλιπιδαιμίες
Για την διατήρηση της ζωής τα θρεπτικά συστατικά (λίπη, πρωτεΐνες, ιχνοστοιχεία, βιταμίνες κτλ) είναι εξίσου αναγκαία με το νερό και το οξυγόνο.
Τα λίπη από την πλευρά τους:
- Παρέχουν ενέργεια (καύσιμη ύλη και αποθήκη ενέργειας)
- Είναι δομικά συστατικά των κυττάρων (των μεμβρανών τους)
- Αποτελούν αρχικές χημικές ενώσεις από τις οποίες βιοσυντίθενται ανθρώπινες ορμόνες
- Αποτελούν συστατικό της χολής
Από τα παραπάνω καταλαβαίνουμε ότι είναι λάθος να θεωρούμε εξ ορισμού βλαβερά τα λίπη.
Η ορθή αναλογία (20-30 % των θερμίδων) και η σωστή ποιότητα αυτών δεν βλάπτουν την υγειά.
Τα λίπη προσλαμβάνονται με την τροφή, όπου με την πέψη της στον εντερικό σωλήνα γίνεται διάσπαση των τριγλυκεριδίων (με την βοήθεια του ενζύμου της παγκρεατικής λιπάσης) σε λιπαρά οξέα και γλυκερόλη. Έτσι περνούν τα κύτταρα του εντέρου ενώ ακολουθεί η επανένωση σε τριγλυκερίδια και η εστεροποίηση της χοληστερόλης.
Η χοληστερόλη στην κυκλοφορία μεταφέρεται μέσω:
- των λιποπρωτεϊνών LDL από το ήπαρ στους ιστούς και τις αρτηρίες, όπου η περίσσεια της σχηματίζει τις αθηρωματικές βλάβες (κακή χοληστερόλη)
- των λιποπρωτεϊνών ΗDL: εδώ ακολουθείται η αντίστροφη διαδρομή προς το ήπαρ, όπου και καταβολίζεται, αποτρέποντας το σχηματισμό αθηρωματικών βλαβών (καλή χοληστερόλη)
Ως δυσλιπιδιαιμία (που επικράτησε του παλιού όρου της υπερλιπιδιαιμίας) λογίζεται:
- αύξηση της ολικής χοληστερόλης
- των τριγλυκεριδίων
- της LDL
- και η ελάττωση της ΗDL, οι οποίες μπορούν να προκαλέσουν βλάβες στον οργανισμό
Οι δυσλιπιδιαιμίες διακρίνονται σε:
- πρωτοπαθείς οι οποίες είναι γονιδιακής–κληρονομικής αιτιολογίας
- δευτεροπαθείς, συνέπεια κακής διατροφής ή λοιπών παθολογικών καταστάσεων
Οι πρωτοπαθείς δυσλιπιδιαιμίες μπορεί να είναι: χυλομικροναιμία, οικογενής υπερχοληστερολαιμία, (ομόζυγη ή ετερόζυγη), οικογενής μικτή (αύξηση και χοληστερόλης και τριγλυκεριδίων), οικογενής υπερτριγλυκεριδαιμία, οικογενής μείωση ΗDL. Η αντιμετώπιση τους γίνεται κατά κανόνα με φαρμακευτική αγωγή.
Από την άλλη, οι δευτεροπαθείς δυσλιπιδιαιμίες μπορεί να οφείλονται σε:
- Σακχαρώδη διαβήτη
- Υποθυρεοειδισμό
- Αποφρακτική ηπατική νόσο
- Χρόνια νεφρική νόσο
- Κακή διατροφή, παχυσαρκία, κατάχρηση αλκοόλ
- Άγχος
- Φάρμακα όπως οιστρογόνα κορτικοστεροειδή, διουρητικά, ιντερφερόνη κτλ.
Εδώ η αντιμετώπισή τους γίνεται με την ρύθμιση της πρωτοπαθούς νόσου.
Δεδομένου λοιπόν ότι κάθε χρόνο χιλιάδες Έλληνες πεθαίνουν από στεφανιαία νόσο, όπου μείζων παράγοντας κινδύνου είναι η δυσλιπιδαιμία, είναι επιτακτική ανάγκη η διενέργεια προληπτικού ελέγχου (μέτρηση ολικής, LDL,ΗDL χοληστερόλης και τριγλυκεριδίων), που πρέπει κυρίως να διενεργείται σε άτομα:
- Με οικογενειακό ιστορικό στεφανιαίας νόσου, δυσλιπιδαιμίας, ή πρόωρου θανάτου από καρδιαγγειακό νόσημα
- (άντρες <55 ετών, γυναίκες < 65 ετών)
- Με αθηρωμάτωση, ανεξαρτήτως ηλικίας
- Με σακχαρώδη διαβήτη
- Με υπέρταση
- Με σεξουαλική δυσλειτουργία
- Με νεφρική ανεπάρκεια
- Υπέρβαρα – παχύσαρκα
- Καπνιστές
- Άντρες άνω των 40 και μεταεμμηνοπαυσιακές γυναίκες
- Παιδιά με κληρονομικό ιστορικό δυσλιπιδαιμίας
Η προτεινόμενη ηλικία έναρξης του προληπτικού ελέγχου είναι τα 20 έτη και εφόσον οι τιμές είναι φυσιολογικές συνιστάται επανέλεγχος ανά 3-5 έτη.
Αν υπάρχει όμως οικογενειακό ιστορικό πρωτοπαθούς δυσλιπιδαιμίας προτείνεται ως ηλικία έναρξης η παιδική ηλικία, όχι όμως κάτω των 2 ετών (οι τιμές δεν αντικατοπτρίζουν απόλυτα μελλοντικές καταστάσεις, ούτε υπάρχει δυνατότητα υγιεινοδιαιτητικής παρέμβασης.
Η μέτρηση γίνεται στον ορό και ο εξεταζόμενος θα πρέπει να είναι νηστικός τουλάχιστον 12 ώρες. Επίσης τα αποτελέσματα μπορεί να επηρεαστούν επί υψηλού πυρετού ή λοίμωξης, πρόσφατης κατανάλωσης αλκοόλ, γρήγορης απώλειας βάρους, εγκυμοσύνης ή μέχρι 4 εβδομάδες μετά από έμφραγμα.
Το επόμενο βήμα μετά τον προληπτικό έλεγχο, είναι ο προσδιορισμός του καρδιαγγειακού κινδύνου. Αυτό γίνεται με τον προσδιορισμό του αριθμού των μείζονων παραγόντων που αυξάνουν τον καρδιαγγειακό κίνδυνο.
Αυτοί είναι:
- Αρτηριακή υπέρταση
- Κάπνισμα
- ΗDL <40
- Ηλικία
- (άντρες >45 ετών , γυναίκες >55 ετών)
- Ύπαρξη α βαθμού συγγενούς με εκδήλωση στεφανιαίας νόσου σε μικρή ηλικία
- (άντρας <55 ετών, γυναίκα <65 ετών)
- Αν ΗDL>60 αφαιρείται ένας μείζων παράγοντας κινδύνου
Για όλες τις ομάδες πληθυσμού και ανεξάρτητα από τους παράγοντες καρδιακού κινδύνου υπάρχει δυσλιπιδαιμία όταν:
- Όταν HDL<35 για τους άντρες και HDL<45 για τις γυναίκες
- Τριγλυκερίδια >150
Για την LDL τα φυσιολογικά επίπεδα εξατομικεύονται και άρα υπάρχει δυσλιπιδαιμία όταν:
- LDL >160 με 0-1 παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου
- LDL >130 με 2 ή περισσότερους παράγοντες
- LDL >100 ήδη με στεφανιαία νόσο ή ισοδύναμες καταστάσεις (σακχ. διαβήτη, εγκεφαλικά, ανεύρυσμα κοιλιακής αορτής,παροδικά ισχαιμικά κτλ)
- LDL >70 επί συμπτωματικής στεφανιαίας νόσου και σακχ. διαβήτη
Με βάση τον καρδιαγγειακό κίνδυνο ξεκινά η υγιεινοδιαιτητική παρέμβαση, η οποία περιλαμβάνει:
- Καθημερινή άσκηση με 30-60 min γρήγορο περπάτημα την ημέρα ή ανάλογη άσκηση
- Διακοπή καπνίσματος
- Απώλεια βάρους
- Τροφές με λευκό (αντί κόκκινου) κρέας, φρούτα, λαχανικά, γαλακτοκομικά με χαμηλά λιπαρά, χρήση ελαιόλαδου αντί σπορέλαιου, όχι τηγανιτά
- Το επόμενο και τελευταίο βήμα είναι η φαρμακευτική αγωγή, ρυθμιζόμενη από τον κλινικό ιατρό