Η πρώτη περιγραφή του σακχαρώδη διαβήτη είναι καταγεγραμμένη σε αιγυπτιακό πάπυρο (1,550 πΧ) και αναφέρεται ως <<η νόσος με την πολυουρία, χωρίς πόνους αλλά με λιποσαρκία>>. Η πρώτη ονομασία του διαβήτη δόθηκε από τον Αρεταίο (120-200 μΧ) γιατρό από την Καππαδοκία .Έδωσε στη νόσο το όνομα Διαβήτης από το ρήμα <<διαβαίνω >> εξαιτίας του ότι το νερό που πίνει ο ασθενής <<διαβαίνει >> αναλλοίωτο το σώμα .Πριν από αυτή την ονομασία κυριαρχούσε ο όρος <<Δίψα ή Διψάκο >> από το όνομα φιδιού που το δάγκωμά του έφερνε ακατάσχετη δίψα ανάλογη με αυτή που αισθάνονται οι ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη. Τον 6οαιώνα μ.Χ. περιγράφεται για πρώτη φορά η κλασσική τριάδα συμπτωμάτων που ταυτίζεται με την ύπαρξη σακχαρώδη διαβήτη (δηλ. πολυφαγία, πολυδιψία, πολυουρία) και επίσης τότε αναγνωρίζεται ο κληρονομικός χαρακτήρας της νόσου. Ιδιαίτερα ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι το 30% των ασθενών που έχουν προσβληθεί από σακχαρώδη διαβήτη δεν το γνωρίζουν .Η άγνοια αυτή έχει σαν αποτέλεσμα να παραμένουν για χρόνια στο αίμα υψηλά τα επίπεδα σακχάρου και κατά συνέπεια και λιπιδίων (λόγω ανώμαλου μεταβολισμού τους ). Η κατάσταση αυτή οδηγεί σε μικροαγγειοπάθεια που βλάπτει όλα τα ζωτικά όργανα .Επίσης οι ασθενείς που δεν ελέγχουν σωστά το διαβήτη τους δεν αντιλαμβάνονται ότι προοδευτικά εγκαθίστανται βλάβες στα αγγεία τους και όταν πια εκδηλωθούν συμπτώματα από τα όργανα του σώματος οι βλάβες είναι πια μη αναστρέψιμες.